Του Σταυρου Λυγερου
Το Κουρδικό αναδεικνύεται σε παράγοντα κλειδί όχι μόνο για την εσωτερική ευστάθεια της Τουρκίας, αλλά και για τη συνεχιζόμενη μάχη εξουσίας ανάμεσα στο κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) και στο κεμαλικό κατεστημένο. Με βασικό όπλο τη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης Εργκένεκον (ο σιδερένιος βραχίονας του βαθέος κράτους), ο Ταγίπ Ερντογάν είχε για τα καλά στριμώξει τους στρατηγούς, υποχρεώνοντάς τους επανειλημμένως σε αναδίπλωση.
Μέσα σε κλίμα πολιτικής ηγεμονίας δρομολόγησε το αποκαλούμενο Δημοκρατικό Ανοιγμα για πολιτική λύση του Κουρδικού. Η πολιτική αυτή άρχισε σταδιακά να παίρνει σάρκα και οστά. Πρωτοβουλίες καλής θέλησης, μάλιστα, όπως η παράδοση ομάδας Κούρδων ανταρτών, τροφοδότησαν ελπίδες για γρήγορη διευθέτηση.
Το άνοιγμα Ερντογάν είχε τη θερμή υποστήριξη της Ουάσιγκτον. Οι Αμερικανοί επιδιώκουν τη σταθεροποίηση γενικά του Ιράκ και ειδικότερα του κουρδικού κρατιδίου στο βόρειο τμήμα της χώρας, το οποίο είναι και το πιστότερο έρεισμά τους στην ευρύτερη περιοχή. Για να διευκολύνουν τη σταθεροποίηση, προωθούν την εξομάλυνση των σχέσεων της Αγκυρας και με τη Βαγδάτη και με το Αρμπίλ.
Βήματα προς αυτή την κατεύθυνση έκαναν και οι δύο πλευρές, αλλά υπάρχει πάντα το αγκάθι των Κούρδων της Τουρκίας. Γι’ αυτό και οι ΗΠΑ ωθούν τον Ερντογάν να λύσει με πολιτικά μέσα έναν εθνοτικό πόλεμο, που έχει κοστίσει δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, αποτελεί πηγή ανωμαλίας και λειτουργεί αποσταθεροποιητικά. Η πολιτική λύση του Κουρδικού, όμως, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Υπάρχουν σοβαρά εμπόδια και στις δύο πλευρές.
Εντονες αντιδράσεις
Ο αρχηγός της κεμαλικής αντιπολίτευσης Ντενίζ Μπαϊκάλ κατηγόρησε το άνοιγμα Ερντογάν πως «θα καταστρέψει και θα διαιρέσει την Τουρκία». Οι βουλευτές του αποχώρησαν από την Εθνοσυνέλευση, όταν συζητήθηκε το θέμα. Την αρνητική θέση του εξέφρασε εμμέσως πλην σαφώς και ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, Ιλκέρ Μπασμπούγ.
Από την πλευρά του, το Kόμμα για μια Δημοκρατική Κοινωνία (DTP), που πολιτικά συνδέεται με το ΡΚΚ και εκφράζει την κουρδική ταυτότητα, δεν φαίνεται διατεθειμένο να αποδεχθεί μια (έτσι κι αλλιώς όχι πολύ ελκυστική) λύση που να μη συμπεριλαμβάνει τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Τον τελευταίο καιρό, πραγματοποιούνται διαδηλώσεις για τη βελτίωση των απάνθρωπων συνθηκών κράτησής του, ακριβώς για να δηλωθεί ο καθοριστικός ρόλος του.
Ο ίδιος ο Οτσαλάν είχε υποδεχθεί θετικά το άνοιγμα Ερντογάν. Το ίδιο και ο πρόεδρος του DTP, Αχμέτ Τουρκ. Ο τελευταίος είχε δηλώσει ότι, εάν αλλάξει νοοτροπία το τουρκικό κράτος, τα όπλα των ανταρτών μπορεί να παραδοθούν σε τρεις μήνες. Στην πραγματικότητα και οι δύο εμμέσως υποδεικνύουν στον Ερντογάν να αποδεχθεί τον ιστορικό ηγέτη του ΡΚΚ ως παράγοντα της λύσης, αν όχι ως συνομιλητή.
Ο Οτσαλάν, όμως, είναι κόκκινο πανί όχι μόνο για τους κεμαλιστές, αλλά και για την πλειονότητα των Τούρκων. Ακόμα και εάν ο Ερντογάν το αποδεχόταν ως αναγκαίο κακό, είναι πολιτικά δύσκολο να το κάνει. Παρά το γεγονός ότι το μετακεμαλικό καθεστώς έχει αποτύχει να επιβάλει στρατιωτική λύση στο Κουρδικό, παραμένει κατηγορηματικά αντίθετο στην ίδια την ιδέα της πολιτικής λύσης. Το μόνο που αποδέχεται είναι παράδοση άνευ όρων του ΡΚΚ.
Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, το Κουρδικό μετατράπηκε σε πεδίο για ένα νέο γύρο σύγκρουσης των δύο πόλων εξουσίας στην Τουρκία. Το εναρκτήριο λάκτισμα έδωσε μια επίθεση ανταρτών. Την ημέρα που ο Ερντογάν συναντούσε τον Ομπάμα στην Ουάσιγκτον, αντάρτες (χωρίς εντολή της ηγεσίας του ΡΚΚ, όπως δήλωσαν) σκότωσαν επτά στρατιώτες, που περιπολούσαν στην Τοκάτ, περίπου 500 χλμ. μακριά από τις κουρδικές περιοχές.
Η επίθεση είχε ισχυρό πολιτικό φορτίο. Μεταξύ των νεκρών ήταν και ένας λοχίας, ο οποίος μέχρι πρότινος ήταν δεσμοφύλακας του Οτσαλάν και είχε κατηγορηθεί ότι τον κακομεταχειριζόταν. Πλην αυτού του συμβολισμού, το ΡΚΚ απέδειξε ότι έχει δίκτυο και μπορεί να πραγματοποιεί δύσκολες καταδρομικές επιχειρήσεις σε όλη την Τουρκία.
Η όξυνση του κλίματος διευκόλυνε την αντεπίθεση του κεμαλικού κατεστημένου. Με πρόταση του εισαγγελέα Αμπντουραχμάν Γιαλτσίνκαγια, το Συνταγματικό Δικαστήριο έθεσε εκτός νόμου το κουρδικό DTP και απαγόρευσε την πολιτική δραστηριότητα για μια πενταετία σε 37 στελέχη του. Μεταξύ αυτών είναι ο πρόεδρος Τουρκ και η αντιπρόεδρος Αϊσέλ Τουγλούκ, που έχασαν και τη βουλευτική ιδιότητά τους. Ο ίδιος εισαγγελέας το 2008 είχε προτείνει την απαγόρευση του κυβερνώντος κόμματος.
Η απαγόρευση πυροδότησε μια αλυσίδα μαζικών και βίαιων διαδηλώσεων σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Τουρκίας. Στη Βαν και στο Χακάρι, μάλιστα, οι διαδηλωτές εισέβαλαν σε συγκροτήματα που κατοικούν αξιωματικοί. Απέφυγαν τις βιαιοπραγίες, αλλά απέδειξαν ότι ούτε οι αξιωματικοί μπορούν να νιώθουν ασφαλείς στη νοτιοανατολική Τουρκία.
Είναι γενική η εκτίμηση ότι το Κουρδικό εισέρχεται σε μια νέα φάση όξυνσης, με αναδυόμενο στοιχείο τις συνεχείς μαζικές και δυναμικές διαδηλώσεις, που δικαιολογούν το χαρακτηρισμό «κουρδική ιντιφάντα». Στο σημείο όπου ωθούνται τα πράγματα, η Αγκυρα ή πρέπει να παίξει με τον Οτσαλάν ή να τον δολοφονήσει για να αφαιρέσει το εμπόδιο. Σε μια τέτοια περίπτωση, όμως, το κλίμα θα παροξυνθεί και οι κάθε είδους συγκρούσεις θα κλιμακωθούν με απρόβλεπτες συνέπειες.
Επιστροφή με νέο κόμμα
Στο πολιτικό επίπεδο, η πρώτη αντίδραση στην απαγόρευση ήταν η παραίτηση των 19 εναπομεινάντων βουλευτών του κουρδικού DTP, γεγονός που πιθανότατα θα οδηγούσε σε επαναληπτικές εκλογές. Ο Ερντογάν αντέδρασε στην απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, χαρακτηρίζοντας την Τουρκία «νεκροταφείο πολιτικών κομμάτων». Στόχος του κεμαλικού κατεστημένου, άλλωστε, είναι περισσότερο το άνοιγμά του για πολιτική λύση του Κουρδικού παρά το απαγορευθέν DTP. Επιπροσθέτως, ήθελε πάση θυσία να αποτρέψει τις επαναληπτικές εκλογές, επειδή οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μεγάλη πτώση του κόμματός του.
Ολα δείχνουν ότι ο Τούρκος πρωθυπουργός έδωσε κάποιες διαβεβαιώσεις στους Κούρδους βουλευτές, οι οποίες τους έπεισαν να μην επιμείνουν στην παραίτησή τους. Οι 19 εναπομείναντες βουλευτές ίδρυσαν το Κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας και επανήλθαν στην Εθνοσυνέλευση. Η εξέλιξη εκτόνωσε κάπως το κλίμα στο κοινοβουλευτικό επίπεδο, αλλά όχι και στους δρόμους.
Ο Ερντογάν θέλει να δώσει συνέχεια στο Δημοκρατικό Ανοιγμά του. Η νεοοθωμανική στρατηγική του είναι συμβατή με την αναγνώριση της κουρδικής ταυτότητας και ορισμένων δικαιωμάτων πολιτιστικού χαρακτήρα. Και σ’ αυτό το επίπεδο έχει την υποστήριξη και Αμερικανών και Ευρωπαίων.
Από πολιτικής απόψεως, όμως, το έδαφος για πολιτική λύση του Κουρδικού έχει καταστεί ακόμα πιο δύσβατο. Οι τουρκικές ελίτ είναι διχασμένες σε αυτό το ζήτημα. Εκτός αυτού, όμως, στο γήπεδο του Κουρδικού διεξάγεται και η μάχη για την εξουσία. Αυτές τις ημέρες, ο αρχιστράτηγος Μπασμπούγ απείλησε εμμέσως πλην σαφώς τους δικαστές που ερευνούν την υπόθεση Εργκένεκον. Την καλύτερη απάντηση του την έδωσε ένας δημοσιογράφος, που έγραψε ότι το Γενικό Επιτελείο έχει κηρύξει ψυχολογικό πόλεμο εναντίον της κοινωνίας.
No comments:
Post a Comment